Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

Κατεστραμένα σπίτια σήμερα από τον σεισμό στη Δυτική Πελοπόννησο το 1965

Ακόμα και σήμερα όσοι περνούν από τα χωριά της ορεινής Ηλείας βλέπουν τα ερείπια από τον ισχυρό σεισμό του 1965 που έπληξε τη Δυτική Πελοπόννησο. Σας παρουσιάζουμε μερικές φωτό από το χωριό Μάζι της ορεινής Ηλείας.
Δίχως αμφιβολία, ο σεισμός είναι ίσως το πιο τρομακτικό και ψυχολογικά στρεσογόνο φυσικό φαινόμενο, το οποίο όσο «εκπαιδευμένος» ή «μαθημένος» κι αν είναι κανείς, δεν παύει να προκαλεί τρόμο και μόνο στο άκουσμά του. Τρόμος που αγγίζει τα όρια της παράκρουσης αν λάβει κανείς υπ” όψη τα επιστημονικά γεωολογικά και σεισμολογικά στοιχεία που αποτυπώνουν την σεισμική πραγματικότητα της ελληνικής επικράτειας. Σύμφωνα με επίσημα, γνωστά εδώ και πολλές δεκαετίες μελετών, δεδομένα, στον Ελληνικό χώρο εκλύεται το μεγαλύτερο ποσοστό της σεισμικής δραστηριότητας στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο.

Συγκεκριμένα, στον ευρύτερο ελληνικό χώρο εκδηλώνεται το 50% της σεισμικότητας της Ευρώπης και το 2% σε παγκόσμια κλίμακα – κάτι το οποίο οφείλεται πρώτα και κύρια στη σύγκρουση της Ευρωπαϊκής με την Αφρικανική πλάκα.

Από το σύνολο του ελληνικού χώρου, η εντονότερη σεισμική δραστηριότητα λαμβάνει χώρα στη Δυτική Πελοπόννησο, η οποία απέχει μόλις μερικές δεκάδες χιλιόμετρα από τη τάφρο του Ιονίου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο ιστότοπος labtect.geol.uoa.gr, αυτός είναι και ο κύριος λόγος για τον οποίο έχει εκπονηθεί πλήθος μελετών με αντικείμενο τη σεισμική επικινδυνότητα γενικότερα στον ελληνικό χώρο και ειδικότερα στο χώρο της Δυτικής Πελοποννήσου, όπου παρατηρούνται υψηλές σεισμικές επιταχύνσεις, λόγω του μικρού εστιακού βάθους των σεισμών.

Όπως αναφέρεται στον ίδιο ιστότοπο, ο σεισμός είναι ένα καθαρά γεωλογικό φαινόμενο με το οποίο συνδέεται η «στιγμιαία» εκτόνωση των τάσεων με θραύση τμημάτων της λιθόσφαιρας.

Σεισμοί υπήρξαν στο γεωλογικό παρελθόν, υπάρχουν σήμερα και θα υπάρχουν στο μέλλον, ιδίως σε περιοχές που περιλαμβάνονται σε ενεργά ορογενετικά συστήματα. Επομένως, η γνώση του σεισμικού καθεστώτος μιας περιοχής σε συνδυασμό με την τεκτονική εξέλιξή της, συμβάλλει αποτελεσματικά στην κατανόηση της θραυσιγενούς τύπου παραμόρφωσης της λιθόσφαιρας που επικρατεί στην εν λόγω περιοχή, όχι μόνο σήμερα αλλά και στις παλαιότερες γεωλογικές εποχές.

 
Ισχυρός σεισμός (Μ=6,1) έπληξε στις 5 Απριλίου του 1965 την κεντρική Πελοπόννησο και κυρίως την περιοχή της Μεγαλόπολης στην Αρκαδία, την Μεσσηνία και την Ηλεία. Βλάβες επίσης προκλήθηκαν στην Αχαΐα, στην Κορινθία, στη Λακωνία, στη Φωκίδα και στην Αιτωλοακαρνανία. 18 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 17 τραυματίστηκαν. Από τα 24383 σπίτια που έπαθαν βλάβες τα 1426 καταστράφηκαν εντελώς. Στην Αρκαδία, οι μεγαλύτερες εντάσεις και οι περισσότερες βλάβες παρατηρήθηκαν στα χωριά Απιδίτσα, Χωρέμι, Κυπαρισσία, Καλύβια – Καρυών (Χ), και Θώκνια, Μαραθούσα (ΙΧ). Στην Ηλεία,  οι περισσότερες  βλάβες παρατηρήθηκαν   στα    χωριά  
Κρουνούς (Χ), και Μακρίσια (ΙΧ) ενώ στη Μεσσηνία στο Στάσιμο (Χ) και στην Οιχάλια (ΙΧ). Οι ρωγμές που παρατηρήθηκαν στο έδαφος, σε διάφορα σημεία της πληγείσας περιοχής, είχαν μήκος 30-500m και πλάτος 3-5cm. Ο μεγαλύτερος μετασεισμός (Μ=4,5) έγινε στις 7 Απριλίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: